''..Και όταν πλάγιαζα το βράδυ κάτω από την μαρκίζα μου και άκουγα τον άνεμο στα δέντρα ή τους αρουραίους στη σοφίτα, δεν ονειρευόμουν την Ντέμπι Ρέινολντς ως Τάμι, αλλά την Λουάνα Άντερς από το Dementia 13.Δεν με ένοιαζε κάτι που να είναι γλυκό ή να σε εξυψώνει ηθικά και συναισθηματικά, δεν μου καιγόταν καρφί για την Χιονάτη και τους Εφτά Αναθεματισμένους Νάνους.Στα δεκατρία, ήθελα τέρατα που καταβρόχθιζαν ολόκληρες πόλεις, ραδιενεργά κουφάρια που έβγαινα από τον ωκεανό κι έτρωγαν τους σέρφερ, και φτηνιάρικα κορίτσια με μαύρα σουτιέν.''
''Σηκώστε τον ποδόγυρό σας, κυρίες μου, μπαίνουμε στην Κόλαση'' ~Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς~
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περι Συγγραφής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περι Συγγραφής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Σάββατο 11 Αυγούστου 2012
Dementia 13.
''..Και όταν πλάγιαζα το βράδυ κάτω από την μαρκίζα μου και άκουγα τον άνεμο στα δέντρα ή τους αρουραίους στη σοφίτα, δεν ονειρευόμουν την Ντέμπι Ρέινολντς ως Τάμι, αλλά την Λουάνα Άντερς από το Dementia 13.Δεν με ένοιαζε κάτι που να είναι γλυκό ή να σε εξυψώνει ηθικά και συναισθηματικά, δεν μου καιγόταν καρφί για την Χιονάτη και τους Εφτά Αναθεματισμένους Νάνους.Στα δεκατρία, ήθελα τέρατα που καταβρόχθιζαν ολόκληρες πόλεις, ραδιενεργά κουφάρια που έβγαινα από τον ωκεανό κι έτρωγαν τους σέρφερ, και φτηνιάρικα κορίτσια με μαύρα σουτιέν.''
Κυριακή 17 Απριλίου 2011
Η μπεϊμπισίτερ και οι βιβλιοκρισίες.
Οι μπεϊμπισίτερ διαδέχονταν η μία την άλλη όσο μείναμε στο Ουισκόνσιν. Δεν ξέρω αν έφευγαν επειδή εγώ κι ο Ντέιβιντ ήμασταν μπελάς ή γιατί έβρισκαν πιο επικερδείς δουλειές ή γιατί η μητέρα μου απαιτούσε υψηλότερα στάνταρ από αυτά που ήταν διατεθειμένες να προσφέρουν. Το μόνο που ξέρω είναι ότι ήταν πολλές. Η μόνη που θυμάμαι κάπως καθαρά είναι η Γιούλα, ή μπορεί και να λεγόταν Μπιούλα. Ήταν έφηβη, μεγάλη όσο το σπίτι, και γελούσε πολύ. Η Γιούλα-Μπιούλα είχε υπέροχη αίσθηση του χιούμορ -ακόμη και στα τέσσερά μου το αναγνώριζα-, αλλά ήταν μια επικίνδυνη αίσθηση του χιούμορ˙ μια πιθανή βροντή έμοιαζε να κρύβεται στο κάθε ξέσπασμα χαράς της, που συνοδευόταν από τινάγματα του κεφαλιού, λικνίσματα του πισινού και φιλικά χτυπήματα στο χέρι. Όταν βλέπω εκείνες τις σκηνές τραβηγμένες με κρυφές κάμερες, όπου αληθινές μπεϊμπισίτερ και νταντάδες ξάφνου οργίζονται και χτυπάνε τα πιτσιρίκια, θυμάμαι πάντα τις μέρες μου με τη Γιούλα-Μπιούλα.
Ήταν τόσο σκληρή με τον αδελφό μου τον Ντέιβιντ όσο ήταν μ’ εμένα; Δεν ξέρω αυτός δεν υπάρχει σε καμία από τούτες τις εικόνες. Συν τοις άλλοις, θα κινδύνευε λιγότερο από τους επικίνδυνους ανέμους του τυφώνα Γιούλα-Μπιούλα˙ στα έξι του, θα ήταν στην πρώτη δημοτικού και εκτός του βεληνεκούς των πυροβόλων τις περισσότερες ώρες της ημέρας.Η Γιούλα-Μπιούλα μιλούσε στο τηλέφωνο, γελούσε με ό,τι της έλεγε ο συνομιλητής της και μου έκανε νόημα να πλησιάσω. Με αγκάλιαζε, με γαργαλούσε, μ’ έκανε να γελάσω κι έπειτα, γελώντας ακόμα, μου ‘ριχνε μια κατακεφαλιά, τόσο δυνατή που έπεφτα στο πάτωμα. Ύστερα με γαργαλούσε με τα ξυπόλυτα πόδια της μέχρι που γελούσαμε ξανά κι οι δυο.
Η Γιούλα-Μπιούλα ήταν επιρρεπής στις πορδές˙ από κείνες που είναι και δυνατές και βρομερές. Μερικές φορές, όταν τυραννιόταν από δαύτες, με πετούσε στον καναπέ, έβαζε το πρόσωπό μου στον πισινό της, με τη μάλλινη φούστα της, και τις αμολούσε. «Μπαμ!» φώναζε με αγαλλίαση. Ήταν σαν να ‘μουν θαμμένος μέσα σε πυροτεχνήματα μεθανίου. Θυμάμαι το σκοτάδι, την αίσθηση ότι πάθαινα ασφυξία, και θυμάμαι να γελάω. Γιατί, ενώ αυτό που συνέβαινε ήταν κατά κάποιον τρόπο φρικτό, ήταν επίσης κατά κάποιον τρόπο αστείο. Από πολλές απόψεις η Γιούλα-Μπιούλα με προετοίμασε για την βιβλιοκριτική. Όταν έχεις ζήσει την εμπειρία να τις αμολάει στο πρόσωπό σου μια μπεϊμπισίτερ βάρους εκατό κιλών φωνάζοντας Μπαμ!, η Village Voice δε σε τρομάζει. Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011
Αλκοόλ και ναρκωτικά
"Οι συγγραφείς που κάνουν κατάχρηση ουσιών δεν είναι παρά απλοί χρήστες, κοινοί μπεκρήδες και πρεζόνια, με άλλα λόγια. Οποιοσδήπτε ισχυρισμός ότι τα ναρκωτικά και το αλκοόλ είναι αναγκαία για να αμβλύνουν μια οξύτερη ευαισθησία δεν είναι παρά οι συνηθισμένες ανοησίες κάποιου που προσπαθεί να βρει δικαιολογίες. (...) Ο Χέμινγουεϊ και ο Φιτζέραλντ δεν έπιναν επειδή ήταν δημιουργικοί, αποξενωμένοι ή ηθικά δύναμοι. Έπιναν επειδή αυτό κάνουν οι αλκοολικοί. Οι δημιουργικοί άνθρωποι ίσως διατρέχουν όντως μεγαλύτερο κίνδυνο να γίνουν αλκοολικοί ή ναρκομανείς απ'όσο κάποιοι που ασχολούνται με άλλα επαγγέλματα, αλλά και τι έγινε; Όλοι φαινόμαστε πάνω κάτω ίδιοι όταν ξερνάμε στην άκρη του δρόμου."
Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011
Γιατί ο Stephen μισεί το Μάξιμουμ Όβερντραϊβ;;;
"Επιπλέον, αν γράψατε αληθινά μια μπαρούφα - συμβαίνει, ως δημιουργός του Μάξιμουμ Όβερντραϊβ μπορώ να το πω με σιγουριά αυτό -, δε θα προτιμούσατε ν'ακούσετε τα κακά μαντάτα από ένα φίλο, όταν το βιβλίο δεν κυκλοφορεί ακόμη παρά μόνο σε καμιά δεκαριά φωτοτυπημένα αντύτυπα;"
Μα γιατί; Αν έλεγε για "Την Αφιέρωση" θα το καταλάβαινα και θα συμφωνούσα. Αλλά το "Μάξιμουμ Όβερντραϊβ" ήταν καλό. Καλή σκέψη και τρομακτικό.
Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011
Stephen + Tabitha
"Μια μέρα στα τέλη του Ιουνίου εκείνου του καλοκαιριού, μια παρέα από εμάς του τύπους της βιβλιοθήκης γευματίσαμε στο γρασίδι πίσω από το πανεπιστημιακό βιβλιοπωλείο. Ανάμεσα στον Πάολο Σίλβα και τον Έντι Μαρς καθόταν μια λεπτή κοπέλα με βραχνό γέλιο, μαλλιά βαμμένα κόκκινα και πόδια που πρόβαλαν ανεμπόδιστα κάτω από μια κοντή κίτρινη φούστα κι ήταν τα ομορφότερα που είχα δει. Είχε ένα αντίτυπο του Ψυχή στον Πάγο του Έλντριτζ Κλίβερ. Δεν την είχα συναντήσει στη βιβλιοθήκη, ούτε πίστευα οτι μια φοιτήτρια θα μπορούσε να έχει τόσο υπέροχο, άφοβο γέλιο. Επίσης, ανεξάρτητα από το αν διάβαζε ή δε διάβαζε βιβλία, βλαστημούσε περισσότερο σαν εργάτης σε φάμπρικα παρά σαν φοιτήτρια. (Έχοντας υπάρξει εργάτης σε φάμπρικα, μπορούσα να το κρίνω εκ πείρας.) Λεγόταν Τάμπιθα Σπρους. Ενάμιση χρόνο αργότερα, παντρευτήκαμε. Είμαστε ακόμη παντρεμένοι και δε μ'άφησε ποτέ να ξεχάσω ότι, την πρώτη φορά που τη συνάντησα, νόμισα ότι ήταν η εκτός πανεπιστημίου φιλενάδα του Έντι Μαρς. Ίσως μια βιβλιοφάγος σερβιτόρα από την τοπική πιτσαρία, που είχε ρεπό.
(...)
Συναντηθήκαμε όταν δουλεύαμε σε μια βιβλιοθήκη και την ερωτεύτηκα στη διάρκεια ενός εργαστηρίου ποίησης το φθινόπωρο του 1969, όταν ήμουν τεταρτοετής φοιτητής κι εκείνη τριτοετής. Την ερωτεύτηκα εν μέρει γιατί κατάλαβα πού στόχευε με τη δουλειά της. Την ερωτεύτηκα γιατί εκείνη καταλάβαινε πού στοχευε με τη δουλειά της. Επίσης την ερωτεύτηκα επειδή φορούσε ένα αισθησιακό μαύρο φόρεμα και ψηλές μεταξωτές κάλτσες, από εκείνες που στερεώνονται με ζαρτιέρες."
Η περιγραφή της ζωής του στο Περί Συγγραφής και ειδικά οι αναμνήσεις από τη γνωριμία του με την Τάμπιθα, είναι από τα αγαπημένα μου κομμάτια! Ο Stephen είναι ρομαντικούλης!
Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011
Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010
Supporting Art.
Για πολλά χρόνια ονειρευόμουν να έχω ένα επιβλητικό γραφείο από ξύλο βελανιδιάς,που να δεσπόζει στο δωμάτιο.Κι όχι αυτά τα μαθητικά,που ξεδιπλώνουν,ή τα μικρά που αναγκαζόμουν να έχω στα σπίτια που νοίκιαζα κατά καιρούς.Κάποια στιγμή απέκτησα αυτό που ονειρευόμουν και για έξι χρόνια καθόμουν πίσω από αυτό το γραφείο μεθυσμένος,ένα ερείπιο,σαν τον καπετάνιο ενός πλοίου με ταξίδι στο πουθενά.Απαλλάχτηκα από αυτό το τερατούργημα και ξαναέβαλα στην γωνία του το μικρό μου γραφείο.
Βάλε το γραφείο σου σε μια γωνία,και κάθε φορά να θυμίζεις στον εαυτό σου γιατί δεν βρίσκεται στη μέση του δωματίου.Η ζωή δεν είναι σύστημα υποστήριξης της τέχνης.Το αντίθετο.
Βάλε το γραφείο σου σε μια γωνία,και κάθε φορά να θυμίζεις στον εαυτό σου γιατί δεν βρίσκεται στη μέση του δωματίου.Η ζωή δεν είναι σύστημα υποστήριξης της τέχνης.Το αντίθετο.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)