Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Ρόλαντ

"Άρχισε να ρίχνει. Έπεσαν μπρούμυτα, έπεσαν ανάσκελα, γκρεμίστηκαν πάνω από τα κάγκελα στο χώμα, δίχως σκιές στο άχρονο, άτονο ιώδες φως. Συνειδητοποίησε πως ούρλιαζε. Ούρλιαζε από την αρχή. Ένιωθε τα μάτια του σαν να ήταν από ραγισμένο μέταλλο. Οι όρχεις του είχαν μαζευτεί πάνω. Τα πόδια του ήταν ξύλινα. Τ' αυτιά του από σίδερο.
Τα όπλα του είχαν αδειάσει κι εκείνοι ορμούσαν καταπάνω του, μεταμορφωμένοι σε ένα Μάτι και ένα Χέρι, κι αυτός στεκόταν εκεί και ούρλιαζε, με τις σκέψεις του απόμακρες, και άφηνε τα χέρια του να γεμίζουν τα όπλα του μηχανικά, ξανά και ξανά. Μπορούσε άραγε να σηκώσει το χέρι του, να τους πει πως είχε περάσει χίλια χρόνια μαθαίνοντας αυτό και άλλα κόλπα, να τους πει για τα όπλα και το αίμα που τα είχε ευλογήσει; Όχι με το στόμα του. Όμως τα χέρια του μπορούσαν να μιλήσουν από μόνα τους."

1 σχόλιο:

Placebo. είπε...

Χμ, νομιζω πρεπει να τους ξεκινησω αμεσα..!